διακινδυνευόντων

διακινδυνευόντων
διακινδυνεύω
run all risks
pres part act masc/neut gen pl
διακινδυνεύω
run all risks
pres imperat act 3rd pl
διακινδῡνευόντων , διακινδυνεύω
run all risks
pres part act masc/neut gen pl
διακινδῡνευόντων , διακινδυνεύω
run all risks
pres imperat act 3rd pl

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Нужно решить контрольную?

Look at other dictionaries:

  • οξεία — Μικρό νησί του Ιονίου πελάγους, που αποτελεί προέκταση των ακτών της Αιτωλοακαρνανίας μέσα στη θάλασσα. Ανήκει στο σύμπλεγμα των Εχινάδων. Απέναντι από το νησί εκβάλλει ο ποταμός Αχελώος, οι προσχώσεις του οποίου μειώνουν συνεχώς την απόσταση που …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”